Η ατραπός
 
ΕΝΑ ΚΟΜΜΑΤΙ ΞΥΛΟ
 
'Ενα κομμάτι ξύλο
Πελεκημένο σιωπηλό
Θέλει να δεις τις φλέβες του
Να το ψηλαφίσεις
 
Μήπως θα γίνει φέρετρο
Μήπως θα ξανανθίσει
Μήπως κρεβάτι νυφικό
Καράβι ν' αρμενίσει ;
 
Κανείς ποτέ δε θα το μάθει
 
Οι φτερούγες πέφτουν
Τα λόγια σταματούν
 
Κάνει τόσο κρύο
Εκεί που πεθαίνουν
Τα ρολόγια
 
ΚΗΔΕΥΟΝΤΑΣ ΜΑΡΑΜΕΝΑ ΧΡΥΣΑΝΘΕΜΑ
 
Κηδεύοντας μαραμένα χρυσάνθεμα
Κάτω από το άστρο της αναπνοής της
Μες στην αχλή του πόθου
Δεν μπόρεσε να καταλάβει
Πώς η θύελλα
Το βράδυ εκείνο
Ξερρίζωνε τους τοίχους
Της κάμαράς του
'Επνιγε τα μάτια του
Σ' ένα γκρίζο χρώμα
 
Το πρωί
'Οταν ξύπνησε
'Ηταν πολύ αργά
 
'Απλωσε τα χέρια του
Σε μιαν έρημο από στάχτη
 
ΣΤΩΝ ΛΥΧΝΩΝ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
 
Στων λύχνων την επιστροφή
Το βράδυ
Πόσα κάτασπρα μάτια
Πόσες νεκρές ανοίξεις
Πόσα ετοιμόρροπα σκαλοπάτια
Που οδηγούν στον πύργο της σιωπής
 
Ξύλινοι φράχτες μπροστά μου
Χρώματα μελανά
'Αλογα που καλπάζουν
Καταπίνοντας
Τη μακριά κορδέλλα του δρόμου
 
Και πιο μακριά
Μια θάλασσα από σκοτάδι
'Ετοιμη
Να συντρίψει την πόρτα μου
 
ΜΑΚΡΥΑ ΑΠ' ΤΟΥΣ ΘΡΗΝΟΥΣ
 
Μακρυά απ' τους θρήνους
Μακρυά απ' τα χρώματα
Που ψυχορραγούν
 
Μέσα στον κουρνιαχτό
Που αναδίνει το κάτασπρο μονοπάτι
Κάτω απ' τον πιο δυνατό άνεμο
 
Τα μεγάλα νεκρά μάτια
Προχωρούν
Ανάμεσα στο διάσελο του βουνού
 
Για ν' ανταμώσουν την αστραπή
Που ενώνει
Τη μια νύχτα με την άλλη
 
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ
 
Υπάρχουν τα δάκρυα
Υπάρχουν οι πέτρες
Και υπάρχουν τα δάκρυα που έγιναν πέτρες
 
Το ψύχος το δριμύ
Το άνθος που δεν ανθίζει
Τα κοχύλια που ματώνουν στην άμμο
Κάτω από έναν ήλιο εχθρικό
 
Υπάρχουν τούτα τα λιόδεντρα
Που μες στην κάψα του καλοκαιριού
Υψώνουν τις κραυγές τους
Σαν πρόσωπα κάποιας αρχαίας τραγωδίας
ΑΝ ΜΠΟΡΟΥΣΕΣ ΑΛΗΘΕΙΑ
 
Αν μπορούσες αλήθεια το νόημα να καταλάβεις
Αυτού του βενετσιάνικου παλιού καθρέφτη
Που είν' η καρδιά του ένα κατάμαυρο πουλί
Τα πολλαπλά ραγίσματα ή τις εντομές του
Που σχηματίζουν ένθη πρόσωπα
'Αστρα φυλλώματα και Σφίγγες
Θα πυρπολούσες δίχως άλλο τη φανταχτερή ομορφιά του
Προτού να σε καταβροχθίσει
'Ενα γυαλί θ' αναζητούσες πιο θαμπό
Με περισσότερη επάνω του στάχτη
Και θα βάδιζες προς το θάνατο
Με τα μάτια ανοιχτά