Ο ΔΕΡΒΙΣΗΣ
 
'Ολοι στο θάνατο είμαστε ίσοι
κάτω απ' τη φούστα του Δερβίση
αναστενάζοντας φωτιές,
την πόρτα του άγνωστου χτυπάμε
ξεχασμένοι εφόσον πάμε
χώματα σώματα
χώματα σώματα ψυχές.
 
Σιγά
σιγά σιγά και ταπεινά
γιατί όποιος πίνει κοινωνά
κι όποιος θυμάται φταίει
κι όποιος φταίει
το Θεό ξυπνά
πολλά του ανθρώπου τα δεινά
μα εκείνος που 'χει ζήσει
γεννιέται χάνεται
γυρνάει κι αισθάνεται
ξανά.
 
Πες πως ο θάνατος είναι ένα αμάξι
που σκάρτα η φύση το 'χει φτιάξει
στον κόσμο να 'ρθει μια βραδιά
στα πονηρά να μας πλευρίσει
πού ζούνε οι μόνοι να ρωτήσει
αμάν και τάχα μου
μα λέει κι η βλάχα μου η καρδιά...
 
Σιγά
σιγά σιγά και ταπεινά
γιατί όποιος πίνει κοινωνά
κι όποιος θυμάται φταίει
κι όποιος φταίει
το Θεό ξυπνά
πολλά του ανθρώπου τα δεινά
μα εκείνος που 'χει ζήσει
γεννιέται χάνεται
γυρνάει κι αισθάνεται
ξανά.