ΑΚΟΥΣΕ ΤΩΡΑ ΤΗ ΣΙΩΠΗ
 
'Ακουσε τώρα τη σιωπή
Την πιο μεγάλη σιωπή
Που στη σχισμή της παγωμένης στέρνας
Παρεισφρύει
Που ανοίγει την πύλη
Της αβύσσου
Το πέπλο αναμερίζοντας της αυταπάτης
Και πρόσεξε πίσω σου
Το άρμα το πυριφλεγές
Που καταπίπτοντας θρυμματίζεται
Το άλογο το φτερωτό
Που έρχεται να σε πάρει
 
ΤΟ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ ΜΑΣ
 
Το πεπρωμένο μας
Εδώ χαραγμένο
Επάνω στη φτερούγα
Ενός πουλιού αποδημητικού
Πιο μακριά
Το φως της ημέρας
Που γέρνει
Για να περισυλλέξει
Τα θλιβερά ναυάγια
Τα πετρωμένα μήλα
Του θανάτου
 
ΑΙΓΛΗ ΑΠΡΟΣΜΕΤΡΗΤΗ
 
"'Οθι τροπαί Ηελίοιο"
(Ομήρου Οδύσσεια 0 402)
Αίγλη απροσμέτρητη
Δυσμική
Ω ύστατο ρήγμα
'Οπου το φως ετοιμοθάνατο
Εξαντλεί
'Ολο το λαμπερό του σμάλτο
Ψημένη γη
Εκεί κάτω
Στην εσχατιά του ορίζοντα
Μεταλλαγμένη σε υδρία
Που όμως αρνείται
Τη σποδό των εποχών
Κι εγκωμιάζει
Το αναλλοίωτο γαλάζιο
Ακατανίκητη αστραπή
Στην έκβαση της νύχτας
Που το σέλας της απεργάζεται
Αμετάπειστο
Την αθανασία
 
ΠΙΚΡΗ ΠΟΛΥ ΠΙΚΡΗ ΕΠΟΧΗ
 
  -Πικρή πολύ πικρή εποχή-
Κάποια μικρή σειρήνα
Σιγοτραγουδεί:
"Ο χρόνος έιναι πια μια μαύρη χρυσαλλίδα
Μια στέρνα που συνάζει δάκρυα
Ο χρόνος είναι της αγχόνης το σχοινί"
-Πικρή πολύ πικρή εποχή-
"Οι καθρέφτες θάβουν τους καθρέφτες
Οι τάφοι κρύβουν των ονείρων απομεινάρια
Μαύρο χαλίκι το ψωμί"
-Πικρή πολύ πικρή εποχή-
"Ξύλινα χέρια δίχως ελπίδα
Χείλη και βλέφαρα κουρελιασμένα
Μάσκες τρισάθλιες διάτρητες από βέλη"
-Πικρή πολύ πικρή εποχή-
"Αγάλματα από στεγνωμένο αίμα
Πίσω από την τελευταία
Τελευταία λάμψη του κόσμου"
-Πικρή πολύ πικρή εποχή-
Κάποια μικρή σειρήνα
Σιγοτραγουδεί
 
Η ΑΘΩΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Τ' ΑΣΠΡΑ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑ
 
Η αθωότητα και τ' άσπρα τριαντάφυλλα
'Εχουν μεταναστεύσει τώρα σ' άλλους ουρανούς
Η σεληνη βιασμένη
Περιφέρεται αιμόφυρτη στο διάστημα
Ο ήλιος γύψινος πνίγηκε μέσα στα έλη
Τ' άνθη μας είναι πλαστικά
Τα σύννεφα από καυσαέρια
Ο πυρετός ανεβαίνει αδιάκοπα σ' όλες τις πόλεις
'Αγρια πουλιά ραμφίζουν τις πληγές μας
Τα κορίτσια είναι χάρτινες κούκλες χρωματισμένες
Κι έχουν ξοφλήσει όλες οι επαναστάσεις
Δεν έμεινε πια τίποτα να χαρούμε
Τίποτα να ονειρευτούμε
Ο αιώνας μας αποτελείται
Μόνο από κόκκαλα νεκρών
 
ΑΝΑΣΗΚΩΝΩ ΤΟ ΠΕΠΛΟ
 
Ανασηκώνω το πέπλο
Κι αφήνω τον λόγο μου να περιπλανηθεί
Αποσπασματικός
Σε μιαν έσχατη απογύμνωση
Ανοίγω τις σελίδες
Της οδύνης
Της χαράς
Των παραισθήσεών μου
Και πέφτουν οι συλλαβές
Ακρωτηριασμένες
Σταγόνες αίματος που συνθέτουν
Μια στολή ομορφιάς
'Η μια στολή πένθους
Και βλέπω ανθρώπους που ξεπροβάλλουν
Από ένα τέμενος φλογερό
Να προσφέρουν κυπαρισσόμηλα
Με τη γεύση του θανάτου
Και να προετοιμάζουν την κηδεία μας
Βλέπω μια χώρα βουβή
Πατρίδα κάποτε των πουλιών
Και τώρα των ορυκτών
Βλέπω κορίτσια να κοιμούνται με τους αγγέλους
Πάνω σε σύννεφα κουρελιασμένα
Κι έναν ουρανό όπου αιωρούνται
Μονάχα δάκρυα
Ανακαλύπτω τέλος
Τη φρικιαστική σιωπή
 
Η ΣΥΝΟΔΕΙΑ ΤΩΝ ΔΙΑΦΑΝΩΝ ΚΟΡΙΤΣΙΩΝ
 
Η συνοδεία των διάφανων κοριτσιών
Ξεκίνησε κιόλας μέσα στο κρύο και τη μοναξιά
Για να εξαλείψει το ακάνθινο στέφανο
Χιλιάδων βασανισμένων
Για να εξορύξει το μάτι
Του νέου Κύκλωπα
Για ν' απαλλάξει και πάλι από τα καρφιά
Το σώμα του θεού της αγάπης
 
ΔΕΞΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ ΤΟ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ
 
Δέξου αναγνώστη το λόγο του ποιητή
Οι λέξεις του θα δυναμώσουν την ανθρωπιά σου
Θα ζεστάνουν τη μοναξιά σου
Θ' αποτυπώσουν επάνω στο σώμα σου
'Ενω ουράνιο τόξο
'Η έναν αγρό γεμάτο λουλούδια
Θα σου μιλήσουν για την άνοιξη για την αυγή
Για τον ετοιμοθάνατο ήλιο
Για τ' όνειρο τη θάλασσα τη σιωπή
Για το φως που μπορεί κάθε τόσο
Μιαν ωραιότερη να γεννήσει ψυχή
Πρόλαβε αναγνώστη
Οι στίχοι γρήγορα κι αυτοί παλιώνουν
Τώρα οι άνθρωποι κατασκευάζουν
Καινούριους ήλιους
Καινούριους πλανήτες
Από πηγμένη σκόνη κι αστραφτερή
'Ολα έχουν απανθρακωθεί
'Εχει πετρώσει το ψωμί μας
'Εχασαν τη γεύση τους οι καρποί
Δεν ξεπεζεύει ο άνεμος
Από το φτερωτό του άλογο
Μες στην αυλή μας
Ούτε τ' αστέρια κατεβαίνουν
Να τ' ανταμώσουμε στην ακρογιαλιά
Κι ο ποιητής ολομόναχος πια
Και δίχως μύθους απομακρύνεται
Δραπετεύει
Αφήνοντας να ξεφυλλίσει
Το τελευταίο του ποίημα
Μες στο κενό
Βιάσου αναγνώστη
Ανοίγουν κιόλας οι τάφοι
'Ενας τάφος
Κι άλλος ένας
Κι άλλοι πολλοί ακόμα
'Ενα ολόκληρο κοιμητήρι
Κάνε πιο γρήγορα
'Ισως κι εσύ μπορείς να δραπετεύσεις
Πάνω στις ασημένιες αστραπές
Που εκτοξεύει με τη φυγή του
 
ΔΑΚΡΥΑ ΣΤΕΓΝΩΜΕΝΑ ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΠΕΤΡΕΣ
 
Δάκρυα στεγνωμένα πάνω στις πέτρες
Θρυμματισμένοι αμφορείς
Περιτυλιγμένοι
Με το ψύχος της ιστορίας
Λησμονημένα ερείπια
'Οπου όμως τ' όνειρο
Αναδεύει ακόμα
 
Η ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ
 
Η ματιά σου
Αναπαύεται παντοτεινά
Σ' ένα δάκρυ
Κι εσύ
Κουβαλάς αμέριμνη
Την απουσία σου
Σα φωτοστέφανο
Πάνω σ' ένα άυλο σώμα